Η υπεράσπιση του μαρξισμού στη βάση του θεωρητικού του corpus αλλά και η διατήρηση των μαρξιστικών νεκρών θεωρητικών αναφορών του με σκοπό την καθαρότητα και την ορθόδοξη συνταγογραφία χειραφέτησης δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ιστορική επιβεβαίωση της αδυναμίας ύπαρξης της πολιτικής και πρακτικής προέκτασης του μαρξισμού. Η εργατική τάξη που κατάφερε να πραγματωθεί ως μια κρατική υπόθεση στον 20ό αιώνα, δεν έχει πλέον την τόλμη αλλά ούτε και την ιστορική υποκειμενική συνθήκη για να μπορέσει να αντικειμενικοποιήσει την παρουσία της στο πραγματικό.
Δεν αμφισβητείται η ύπαρξη της εργατικής τάξη, ούτε ο αναγκαίος της ρόλος στην ιστορία. Αυτό που διακρίνεται σήμερα όμως σε σχέση με το κομμουνιστικό κίνημα και την υποτιθέμενα ήδη κρυστάλλινη μαρξιστική θεωρία είναι η πολιτική και διανοητική κατάπτωση του διανοούμενου μαρξιστή αλλά και της κομματικής προέκτασης και έκφρασής του. Ο Alain Badiou εκφράζει αυτή την ιστορική αναζήτηση για την καθαρότητα του μαρξισμού ως “θανατηφόρα ιατρική”, υποστηρίζοντας ότι “η διακήρυξη από τα κράτη, ή τα κόμματα ή τους ακαδημαικούς διανοούμενους, ότι ο μαρξισμός είναι υγιής δεν είναι παρά θανατηφόρα ιατρική” (Η πολιτική και η λογική του συμβάντος, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2008, σελ. 63-70).
Ο μαρξισμός βρίσκει σήμερα την ουσιαστική του λειτουργία εντός του πεδίου του στοχασμού, με τη βοήθεια του οποίου μπαίνουν οι βάσεις για την καταστροφή του μαρξισμού. Ο μαρξισμός βρίσκεται σε μια αδιέξοδη πολιτική και ιστορική φάση. Το αναστοχαστικό ιστορικό βλέμμα προς το παρελθόν γίνεται παραγωγικό μόνο αν δεν εγγράφεται στο ιστορικό γίγνεσθαι ως μια έτοιμη συνταγή ανάλυσης, θέσης και πρακτικής. Ο μαρξισμός ως σύστημα αυτοαναφοράς εγκλωβίζει το πολιτικό σε ένα μαρξιστικοποιημένο φιλοσόφημα και ως εκ τούτου, κτίζει μια αναφορά έξω από το αντικείμενο του μαρξισμού. Αυτή η διαδικασία έχει ως αποτέλεσμα την αυτοκαταστροφική λειτουργία, που μεταφράζεται μετά την πτώση της ΕΣΣΔ ως παρακμή του εργατικού κινήματος αλλά και των κομμουνιστικών κομμάτων, τα οποία διατηρούν ένα τελειωμένο ιστορικό κύκλο τεχνητά εν ενεργεία.
Με άλλα λόγια, ο μαρξισμός γίνεται ένα φιλοσόφημα, εγγράφεται δηλαδή στο πραγματικό ως μια ολοκληρωμένη ιστορική αφήγηση. Αυτό που επιβάλλει η πραγματικότητα του μαρξισμού είναι η προσπάθεια ν’ απεμπλακεί από το ιδεολόγημα της μηχανιστικής αφηγηματικής διαλεκτικής. Η πολιτική τόλμη της εγκατάστασης στο πραγματικό θα βοηθήσει την επανέναρξη του αιτήματος της χειραφέτησης με τους όρους που ο λαός επιζητεί αλλά δεν έχει τα κατάλληλα πολιτικά εφόδια να το επιβάλει. Το Brexit, για παράδειγμα, εκφράζει ακριβώς την αδυναμία ή και την τυπολογική πολιτική προβλεψιμότητα της μαρξιστικής και κομμουνιστικής διαλεκτικής απαντητικής σε κρίσιμες ιστορικές εποχές. Να το θέσουμε διαφορετικά· δεν υπάρχει καμία ταξική παρέμβαση και απάντηση μπροστά σε ένα πρωτοφανές πολιτικό κενό στην καρδιά του καπιταλιστικού πολιτισμού. Τα κομμουνιστικά κινήματα, σχεδόν στο σύνολό τους, έχουν απεμπολήσει από το θεωρητικό τους πεδίο τον μαρξισμό, ως ποιητικό αίτιο, και από την πρακτική τους ύπαρξη, την επαναστατική πράξη.
Είναι ιστορικά σημαντικό να αναφερθεί ότι “ο μαρξισμός αντλούσε την γενική αξιοπιστία του από κράτη που δήλωναν μαρξιστικά, από εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες υπό την καθοδήγηση μαρξιστικών κομμάτων, εργατικά κινήματα στελεχωμένα με μαρξιστές συνδικαλιστές” (ό.π., σελ. 63-70). Είναι προφανές ότι το συγκεκριμένο σύστημα ως πηγή προσδιορισμού του μαρξισμού όχι μόνο έχει παρέλθει αλλά δεν έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει πηγές άντλησης μιας ταξικής παρεμβατικής πολιτικής ισχύος. Οι μάζες, συνεχίζει ο Badiou, δεν αναφέρονται στον μαρξισμό και η τοπολογία της πολιτικής έχει ήδη αλλάξει. “Η ορθοδοξία του μαρξισμού δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ετεροδοξία του σε ένα τυπολογικό πολιτικό που είναι ακόμα ακατοίκητο” (ό.π., σελ. 63-70).
Η παρανόηση της χρήσης της διαλεκτικής μεταφράζεται ως αντικειμενικότητα πάνω στην βάση μιας εσφαλμένης εντύπωσης για τον όρο της αντικειμενικότητας. Ο μαρξισμός σήμερα παραλύει μπροστά στην πραγματικότητα με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται μια διπλή στρατηγικού τύπου αντίδραση. Από τη μια διακρίνεται μια οπορτουνιστική τύπου πολιτική, η οποία λαμβάνει φιλελεύθερες προεκτάσεις, και από την άλλη έχουμε μια θεολογικού τύπου πολιτική πίστη σε μια είδους μεταφυσικοποιημένης ιστορίας. Η διαλεκτική στη περίπτωση του κομμουνιστικού κομματικού ή κινηματικού μηχανισμού έχει τα χαρακτηριστικά της ακαμψίας του απόλυτου, της αποκαλυπτικής αλήθειας, της μη-εξεγέρσιμης δυναμικής και της μόνιμης διαδικασίας της διαλεκτικής ανεπάρκειας. Ως εκ τούτου, αυτό που παραμένει στη μονόπλευρη οντότητα του βλέμματος προς τον κόσμο είναι το γεγονός ότι δεν λαμβάνεται υπόψιν το σύνθετο μη-αυθύπαρκτο Είναι του ίδιου του πράγματος, με αποτέλεσμα ν’ απουσιάζει η παραγωγική αντίσταση του ενός προς το άλλο (Hegel, Η Επιστήμη της Λογικής {από την Εγκυκλοπαίδεια των φιλοσοφικών επιστημών, § 1-224}, Εκδόσεις Δωδώνη, 1991, σελ. 403, §194). Ο Μαρκούζε, έχοντας υπόψιν τη Λογική του Χέγκελ, μας υπενθυμίζει ότι η αντικειμενικότητα δεν είναι η εξ ορισμού αλήθεια αλλά μια διαμορφωμένη και παραγόμενη διαλεκτική σχέση. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι “το κάθε πράγμα πρέπει να εννοηθεί σε σχέση με άλλα πράγματα, έτσι που αυτές οι σχέσεις να γίνονται ακριβώς το είναι εκείνου του πράγματος” (Λόγος και Επανάσταση, Εκδόσεις Ύψιλον, 1999, σελ. 81). Η απουσία μιας πραγματικής πολιτικής διαλεκτικής έχει ως αποτέλεσμα την αποξένωση της σκέψης από την πραγματικότητα και “η αλήθεια γίνεται ένα ανίσχυρο ιδεώδες φυλαγμένο στη σκέψη, ενώ ο υπαρκτός κόσμος αφήνεται έξω από την επίδραση της. Ο άνθρωπος, αν δεν κατορθώσει να ξαναενώσει τα χωρισμένα κομμάτια του κόσμου του και να φέρει τη φύση και την κοινωνία μέσα στο πεδίο της λογικής του, είναι καταδικασμένος σε αιώνια αποτυχία” (ό.π., σελ. 41).
Ο μαρξισμός έχει φτάσει στην αρχή του τέλους του κύκλου και γίνεται ακριβώς ό,τι ήταν η εγελιανή διαλεκτική για τον Μαρξ. Με άλλα λόγια, απουσιάζει από τη μαρξιστική σκέψη “η άρνηση που κάθε πράγμα περιέχει και καθορίζει το ίδιο του το είναι” (ό.π., σελ. 130). Ο μαρξισμός μεταφυσικοποιείται για να δημιουργεί τις δυνατότητες της διατήρησης της πολιτικής του παρεμβατικότητας στο πραγματικό. Η μεταφυσικοποίηση μιας αρχής, ενός συστήματος ή ενός ιδεολογήματος έχει το συστατικό της πολιτικής και ιστορικής ναφθαλίνης. Το να μένει εντός του μαρξισμού η κομματική και η κινηματική έκφρασή του, σημαίνει ότι έφτασε η μαρξιστική σκέψη να εγκαθίσταται εθελοντικά στην αποδοχή μιας ιμπεριαλιστικής ολότητας και συνεπώς να αρνείται να δημιουργήσει τον ακατοίκητο τόπο που ο λαός επιζητεί: έναν ακατοίκητο τόπο που δεν θα αρκείται σε καμία μεταφυσικού τύπου ερμηνεία ενός άπιαστου πολιτικού μέλλοντος και σίγουρα δεν θα στηρίζεται σε κανένα θεωρητικό σύστημα σωτηριολογίας.